Η «έκπληξη» του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) και το μέγεθος του δημοσιονομικού χώρου που τελικώς θα διατεθεί για την χρηματοδότηση των παρεμβάσεων ελάφρυνσης, κυρίως των μεσαίων εισοδημάτων, είναι δυο από τους «γρίφους» που απασχολούν την επικαιρότητα λίγες ημέρες πριν τις κυβερνητικές εξαγγελίες. Όσον αφορά στην «έκπληξη» είναι τουλάχιστον απίθανο να μην ανακοινωθεί κάποιο… έξτρα μέτρο το οποίο θα «χρωματίσει» το συνολικό «πακέτο» της ΔΕΘ και θα δώσει την ευκαιρία στον Πρωθυπουργό να το επικοινωνήσει στο πλαίσιο της προσπάθειας για … φυγή προς τα εμπρός μακριά από τη «βαριά σκιά» σκανδάλων, όπως αυτό του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Το ερώτημα, ωστόσο, που τίθεται είναι αν το μέτρο-έκπληξη θα κινηθεί στο ευρύτερο πλαίσιο των παρεμβάσεων στην άμεση φορολογία ή θα γίνει η υπέρβαση και θα «αγγίξει» το κρίσιμο ζήτημα της έμμεσης φορολογίας με αιχμή τους συντελεστές ΦΠΑ, και κυρίως το 24%, το οποίο… φαντάζει πολύ υψηλό ακόμα και για κάποιους ευρωπαίους αξιωματούχους. Ο σημερινός Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Κωστής Χατζηδάκης, επανειλημμένως έχει αποκλείσει τη μείωση των συντελεστών του ΦΠΑ με βασικό επιχείρημα ότι η μείωση δεν θα φτάσει ποτέ στους καταναλωτές, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες (π.χ. Ισπανία) που τόλμησαν ανάλογες παρεμβάσεις.
Ο δημοσιονομικός χώρος
Όσον αφορά στον πολυσυζητημένο δημοσιονομικό χώρο, στελέχη του Υπουργείου Οικονομικών που έχουν την ευθύνη του προϋπολογισμού, σημειώνουν ότι αυτός είναι «κλειδωμένος» στο 1,5 δισ. ευρώ, παρά τα σενάρια που κυκλοφορούν για μέτρα έως και 2 δισ. ευρώ, λόγω της καλής πορείας του προϋπολογισμού ο οποίος στο επτάμηνο του έτους κατέγραψε πρωτογενές πλεόνασμα 7,9 δισ. ευρώ, έναντι στόχου 3,6 δισ. ευρώ. Δύο από τους βασικούς παράγοντες που «φρενάρουν» άλλωστε τις όποιες σκέψεις για «γαλαντομίες» στη ΔΕΘ είναι ο «εφιάλτης» του δημοσίου χρέους, και εσχάτως, η αύξηση των αμυντικών δαπανών, η οποία υπαγορεύεται από εξωγενείς αποφάσεις. Η αύξηση των δαπανών δεν θα επιβαρύνει μεν το έλλειμμα λόγω της ενεργοποίησης της εθνικής ρήτρας διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες, αλλά θα μειώσει το δημοσιονομικό χώρο για περισσότερες ελαφρύνσεις. Συνεπώς, το όποιο υπερπλεόνασμα θα κατευθυνθεί για την εξυπηρέτηση του χρέους, όπως προβλέπουν οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες. Για να αλλάξουν αυτά τα δεδομένα, θα πρέπει να υπάρξει μικρότερη αύξηση δαπανών από την προβλεπόμενη στο Μεσοπρόθεσμο ή επιπλέον έσοδα μόνιμου χαρακτήρα, κάτι που επί του παρόντος δεν διαφαίνεται.
Για τον δημοσιονομικό χώρο του 2027, που είναι και εκλογική χρονιά, το τοπίο θα ξεκαθαρίσει τον Απρίλιο του 2026, με τον ετήσιο απολογισμό του Μεσοπρόθεσμου για το 2025. Σε κάθε περίπτωση, το κυβερνητικό κλιμάκιο προτού ανηφορίσει για τη Θεσσαλονίκη, θα πρέπει να μελετήσει την εαρινή έκθεση του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου, το οποίο απαριθμεί τα ανοικτά μέτωπα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία.
- Δημοσιονομικά και μακροοικονομικά ρίσκα: Παρά την πρόοδο, το ελληνικό χρέος παραμένει το υψηλότερο στην Ε.Ε., επιβάλλοντας τη συνέχιση της συνετής δημοσιονομικής πολιτικής.
- Η διατήρηση διαρθρωτικών πρωτογενών πλεονασμάτων, συνιστά αναγκαία προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα του χρέους, ιδίως για οικονομίες με υψηλό λόγο χρέους προς ΑΕΠ, όπως η Ελλάδα.
- Διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, χαμηλή παραγωγικότητα, περιορισμένη εξωστρέφεια, υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων και παραμένουσα ανεργία, ενισχύουν την ανάγκη για συνεπή και συνετή δημοσιονομική πολιτική.
- Μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, χαμηλή παραγωγικότητα και χαμηλά ποσοστά αποταμίευσης, μεταφράζονται σε εξάρτηση από εξωτερικό δανεισμό, αλλά και σε ευπάθεια σε μεταβολές της εμπιστοσύνης των διεθνών δανειστών.
- Η επιβάρυνση από τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, η επιδείνωση του δημογραφικού προβλήματος (γήρανση πληθυσμού, μείωση ενεργού εργασιακού δυναμικού), καθώς και ενδεχόμενες δικαστικές υποθέσεις με δημοσιονομικό αντίκτυπο, συνιστούν μεσομακροπρόθεσμους παράγοντες αβεβαιότητας.
Γεωπολιτικές και διεθνείς αβεβαιότητες
- Η τρέχουσα περίοδος χαρακτηρίζεται από αυξημένη αβεβαιότητα λόγω των συνεχιζόμενων γεωπολιτικών εντάσεων, στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, αλλά και λόγω της ασάφειας στο διεθνές εμπόριο.
- Η ελληνική οικονομία καλείται να ισορροπήσει τις αυξημένες αμυντικές δαπάνες με την ενίσχυση των παραγωγικών επενδύσεων σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας.
- Η ελληνική οικονομία ήδη δοκιμάζεται από διάφορους εξωγενείς κινδύνους: Γεωπολιτικές εντάσεις, αβεβαιότητα στο διεθνές εμπόριο λόγω της απειλής δασμών από τη νέα Κυβέρνηση των ΗΠΑ, καθώς και την αναιμική ανάκαμψη σημαντικών ευρωπαϊκών οικονομιών.
euro2day.gr
«The New Daily Mail»
Newsroom