Αγαπητοί μας αναγνώστες, φίλες και φίλοι, επιτρέψετε μου, για την σημερινή ημέρα, την 51η επέτειο του Πολυτεχνείου, να σας παρουσιάσω την την δική μου μικρή ιστορία, όπως την έζησα εκείνες τις ημέρες. Ίσως κανείς να μην γνωρίζει, όπως κι΄ εγώ, πόση δύναμη ψυχής κρύβει μέσα του, η οποία μετατρέπεται σε ορισμένες περιπτώσεις και σε σωματική δύναμη. Αλλά καλύτερα ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το 1970 διορίστηκα στην πάλαι ποτέ κραταιή Εμπορική Τράπεζα, υπό την Διοίκηση του Στρατή Ανδρεάδη και Πρύτανη της τότε Ανώτατης Εμπορικής Σχολής. Τότε η Τράπεζα είχε κάποια επιμορφωτικά προγράμματα, σ΄ ένα εξ αυτών παρακολουθούσα κι΄ εγώ, στην Σχολή Δοξιάδη, (Πληροφορική - Ηλεκτρονικοί υπολογιστές).
Εκείνο το μεσημέρι, μετά το κλείσιμο του Καταστήματος της Τράπεζας της οδού Πανεπιστημίου 25, ανηφόρισα, όπως πάντα, για την Σχολή μου, ψηλά στο Κολωνάκι, περνώντας μπροστά από την υπό κατάληψη Νομική Σχολή. Η Παρασκευή της 16ης Νοέμβρη, ήταν το αποκορύφωμα των γεγονότων του Πολυτεχνείου, και έτσι η Σχολή μου αποφάσισε να παραμείνει κλειστή εκείνο το απόγευμα. Έτσι ορισμένοι συνάδελφοί μου, μεταξύ των οποίων κι΄ εγώ, αποφασίσαμε να κατηφορίσουμε προς το Πολυτεχνείο. Όταν φθάσαμε στην συμβολή Πανεπιστημίου και Πατησίων, αφ΄ ενός ο κόσμος ήταν τόσο πολύς, αφ΄ ετέρου, η Αστυνομία είχε αποκλείσει την Πατησίων. Έτσι αποφασίσαμε να πάμε στην απέναντι Καφετέρια, να πάρουμε κάτι να φάμε για μεσημέρι και να πιούμε έναν καφέ. Μεταξύ των συναδέλφων ήταν και δύο κοπέλες συνάδελφοι. Έτσι κι΄ έγινε.
Δεν είχε περάσει ούτε μια ώρα και ακούσαμε μεγάλη φασαρία έξω και πυροβολισμούς! Η Καφετέρια γέμισε καπνούς και δακρυγόνα και η ατμόσφαιρα μέσα έγινε αποπνικτική!
Αλλόφρονες όλοι μας μέσα στο κατάστημα, προσπαθήσαμε να φύγουμε, αλλά έξω η Αστυνομία χτύπαγε όποιον έβλεπε μπροστά της. Μάλιστα έξω, κάποια Κυρία προσπαθώντας να ξεφύγει της Αστυνομίας και άσχετη με τους διαδηλωτές πυροβολήθηκε από Αστυνομικούς, και έπεσε αιμόφυρτη μπροστά στις προσθήκες του καταστήματος
Για καλή μας τύχη, η Αστυνομία μετακινήθηκε, κι΄ έτσι μπορέσαμε να βγούμε από το κατάστημα, η μία συνάδελφος σταμάτησε ένα διερχόμενο αυτοκίνητο, μπαίνοντας μπροστά του και μεταφέραμε σ΄ αυτό την τραυματία Κυρία για κάποιο Νοσοκομείο. Η συνάδελφος μας ενημέρωσε την άλλη ημέρα ότι η εν λόγω Κυρία μεταφέρθηκε στο Τζάνειο Νοσοκομείο Πειραιά, και ότι μάλλον έχει ξεφύγει το κίνδυνο.
Ο γράφων, με την άλλη ημιλιπόθυμη συνάδελφο, προχωρήσαμε προς την οδό Σταδίου, αλλά εκείνη την ώρα κατέβαιναν οι αύρες της Αστυνομίας πυροβολώντας! Έτσι, με μια δύναμη που δεν γνώριζα για τον εαυτόν μου, πήρα στα χέρια μου την λιπόθυμη συνάδελφο, και με όση δύναμη είχα, έτρεξα προς την Ομόνοια και βρέθηκα στο τέρμα των Πράσινων Λεωφορείων, Ομόνοια - Πειραιάς. Η αλήθεια είναι ότι κάποιοι άνθρωποι βοήθησαν να μπούμε στο Λεωφορείο, και παρ΄ ότι ο κόσμος φώναζε να φύγει το Λεωφορείο, ο οδηγός ήταν αρνητικός. Έτσι κάποιος από τους επιβάτες ξεκίνησε το Λεωφορείο, αφήνοντας έξω το οδηγό και μας πήγε μέσω της οδού Πειραιώς, όπου και εγκαταλείψαμε το Λεωφορείο, κάπου στη Γέφυρα Πουλόπουλου, αν θυμάμαι καλά. Ευτυχώς, για εμένα και την άφωνη κοπέλα, σταμάτησε ένα ταξί, μας πήρε, και μεταφερθήκαμε στο σπίτι μου, όπου η μητέρα μου την περιποιήθηκε δεόντως, και έτσι συνήλθε, τηλεφωνήσαμε στο σπίτι της, και ήλθε ο πατέρας της και την παρέλαβε ευχαριστώντας μας.
Αυτή λοιπόν είναι η δική μου μικρή ιστορία, που κάθε τέτοια ημέρα μου ξυπνά μνήμες των νεανικών μου χρόνων, όπως έζησα μικρός την βία και την νοθεία του 1961, την δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, επιστήθιο φίλο του πατέρα μου, που ως γιατρός γυναικολόγος, βρέθηκα στα χέρια του, τις πρώτες στιγμές της ζωής μου, τα γεγονότα του 1965, την δολοφονία του Σωτήρη Πέτρουλα, όταν εκείνο το απόγευμα, ο πατέρας μου ως Δικαστικός, έχει τελειώσει δίκη στο Αρσάκειο, και νυν Συμβούλιο της Επικρατείας, και βρέθηκα μαζί του στην επιστροφή για το σπίτι μας, την χούντα των Συνταγματαρχών και την πτώση της, αλλά και την προδοσία της Κύπρου, όπου κατά την εισβολή των Τούρκων, κλήθηκα να υπηρετήσω και πάλι την Πατρίδα.
Γιάννης Κουμαρέλλας
Blogger/Διαχειριστής
Newsroom