Η ανταλλαγή επιθετικών δηλώσεων μεταξύ των Πρέσβεων των ΗΠΑ και της Κίνας για το Λιμάνι του Πειραιά δείχνουν ότι ότι το ζήτημα έχει ενταχθεί στον εντεινόμενο γεωπολιτικό και γεωοικονομικό ανταγωνισμό τους που έχει πλανητική διάσταση. Τα γεγονότα είναι απλά, όπως τα παρέθεσε ο Κώστας Καραμανλής, ο αρχιτέκτονας των σύγχρονων Σινο-ελληνικών σχέσεων, μιλώντας στην εκδήλωση για τα 30 χρόνια του Ελληνοκινεζικού Επιμελητηρίου. Σημείωσε ότι στην δική του επίσκεψη στην Κίνα πριν από 20 χρόνια υπογράφηκε η Συμφωνία στρατηγικής συνεργασίας ενώ «το 2008, η επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα του Προέδρου Hu Jintao θεμελίωσε αυτή τη συνεργασία με την υπογραφή συμφωνίας για την ανάληψη από την COSCO της λειτουργίας και διαχείρισης δύο τερματικών σταθμών εμπορευματοκιβωτίων στο λιμάνι του Πειραιά». Η Συμφωνία επεκτάθηκε από τις Κυβερνήσεις Σαμαρά και Τσίπρα και έχει την σφραγίδα της ελληνικής Βουλής.
H Συμφωνία όπως επίσης επισήμανε ο Κώστας Καραμανλής έχει κάνει τον Πειραιά το 8ο λιμάνι στον κόσμο και το 3ο στην Ευρώπη. «Το γεγονός, πως σήμερα εκδηλώνεται έντονη κινητικότητα στην κατεύθυνση της δημιουργίας ανταγωνιστικών λιμενικών υποδομών (Ελευσίνα) είναι η καλύτερη απόδειξη της επιτυχίας εκείνης της πολιτικής επιλογής», ανέφερε ο πρώην Πρωθυπουργός. Για τους Κινέζους ήταν μία Συμφωνία στο πλαίσιο της πολιτικής «Μία Ζώνη Ένας Δρόμος» που στην συνέχεια εξελίχθηκε σε «Ζώνη και Δρόμος» (Belt and Road Initiative-BRI). Αποτελεί κεντρική στρατηγική επιλογή της Κίνας για την προώθηση των προϊόντων της αλλά και την διεύρυνση της γεωπολιτικής της επιρροής σε περίπου 80 χώρες της Ασίας και της Ευρώπης.
Η ισχυρή παρουσία της COSCO προκάλεσε την προσοχή της αμερικανικής Κυβέρνησης. Η πρέσβειρα Κίμπερλι Γκιλφόιλ υπερβαίνοντας τα διπλωματικά εσκαμμένα χαρακτήρισε «ατυχές γεγονός» την παραχώρηση του λιμανιού στην κινεζική εταιρεία και πρόσθεσε ότι «υπάρχει τρόπος αυτό να παρακαμφθεί». Με ανάλογο τρόπο απάντησε ο πρέσβης της Κίνας ο οποίος έκανε ευθεία επίθεση στις ΗΠΑ, μιλώντας για «ηγεμονικές λογικές που στόχο έχουν να διαμορφωθεί μια αρένα, όχι προς όφελος των Ελλήνων πολιτών». Σημείωσε ότι η Κίνα κινείται στη λογική της συνεργασίας, όχι της ισχύος.
Με την πολιτική που ασκεί πάντως ο Πρόεδρος Σι στην τρίτη θητεία του και αυτό είναι υπό συζήτηση, σύμφωνα με τον Kerry Brown στο βιβλίο του «Σι Τζινπινγκ - Η εξουσία στην σύγχρονη Κίνα». Ο Σι Τζινπινγκ, τον οποίο ήδη από το 2017 ο Economist είχε χαρακτηρίσει με δυσθυμία τον πιο ισχυρό άνθρωπο στον κόσμο, θεωρεί ότι στόχος της Δύσης ήταν να γίνει η χώρα του τόσο αδύναμη όσο η Ρωσία μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ. Το εάν έχει εγκαταληφθεί ο στόχος της Δύσης είναι προς ερώτηση καθώς μοιάζει να τα έχει χαμένα. Όχι μόνο δεν μείωσε την θέση της Κίνας αλλά βγαίνει ηττημένη από έναν πόλεμο στην Ουκρανία που ενισχύει την Ρωσία σαν μεγάλη πλανητική δύναμη, ενώ παράλληλα σφυρηλάτησε τον αντιδυτικό συνασπισμό των ΒRICS+. Ο Σι πάλι δείχνει μία νέα αυτοπεποίθηση για την χώρα του. Το 2021 στο πλαίσιο του εορτασμού για τα 100 χρόνια του ΚΚΚ προειδοποιούσε τον κόσμο ότι «όποιος προκαλέσει την Κίνα σε αντιπαράθεση θα σπάσει το κεφάλι του και θα ματώσει». Θεωρεί δε, την χώρα του την μόνη ισότιμη με την Αμερική
Όλα δείχνουν ότι η αντιπαράθεση για το Λιμάνι του Πειραιά και γενικότερα για την παρουσία της Κίνας θα έχει συνέχεια. Ο Πρόεδρος Τραμπ σε μία παλαιότερη δήλωσή του κατά την πρώτη του θητεία είχε χαρακτηρίσει την Κίνα «παρασιτικό απατεώνα, συστημικό ανταγωνιστή και απειλητικό ιδεολογικό αντίπαλο», εξαιτίας της πίστης της στον Κομμουνισμό. Την ίδια στάση πάντως τήρησε και η Κυβέρνηση Μπάιντεν. Ο πρώην Αντιπρόεδρος Μάικ Πενς το 2021 σε δήλωσή του είχε αναφέρει ότι «η Κομμουνιστική Κίνα αποτελούσε μεγαλύτερη πρόκληση για τις ΗΠΑ από ότι η Σοβιετική Ένωση καθ’ όλη την διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου». Στην δεύτερη θητεία Τραμπ, τίποτε δεν δείχνει ότι έχει αλλάξει άποψη, αντίθετα οι σχέσεις έχουν οξυνθεί μετά τον νέο γύρο δασμών.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο είναι σαφές ότι η αμερικανική Κυβέρνηση κάνει και θα κάνει ότι μπορεί για να μειώσει την γεωοικονομική και γεωπολιτική επιρροή της Κίνας παντού. Και βεβαίως και στην χώρα μας. Για την Ελλάδα όμως η Κίνα είναι ένας υπολογίσιμος παίκτης. Οι επενδύσεις που έχει ήδη κάνει και που έχει προγραμματίσει με επίκεντρο το λιμάνι του Πειραιά, έχουν σημαντικό οικονομικό αλλά και γεωπολιτικό όφελος. Η χώρα μας δεν έχει κανέναν λόγο να αποποιηθεί τα οικονομικά οφέλη και την γεωπολιτική και γεωοικονομική της αναβάθμιση, ταυτιζόμενη με τον έναν ή τον άλλο παίκτη. Ήδη η ταύτισή της με τη Ουκρανία σε έναν πόλεμο που χάνει, την φέρνει σε δυσχερή θέση έναντι της Ρωσίας. Οι ΗΠΑ που εγκατέλειψαν την ίδια την Ουκρανία φυσικά δεν θα στηρίξουν αύριο την Ελλάδα, π χ στην μεταβολή στάσης της Μόσχας έναντι του Κυπριακού.
Ήδη διακινούνται ανοησίες περί του ότι η Ελλάδα «θα πρέπει να διαλέξει με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει» και ακόμη πιο ωμά ότι «η πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική είναι μία πολυτέλεια για ομαλούς καιρούς». Αξίζει να σημειωθεί ότι την πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική την εγκαινίασε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν άνοιγε τις σχέσεις της Ελλάδας με την Σοβιετική Ρωσία στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου. Το δόγμα «ανήκομε εις την Δύση» που ήταν δικό του δεν τον εμπόδισε. Ακολούθως την διεύρυνε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Τα περήφανα «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ…», κλπ δεν τον εμπόδισαν να διατηρήσει τις σχέσεις και με τους δύο συνασπισμούς και να αντλήσει οφέλη για την χώρα. Για την Ελλάδα δεν τίθεται θέμα επιλογής στρατοπέδου, η θέση της είναι δεδομένη και σταθερή. Όμως η όποια ηγεσία θα πρέπει να έχει κατά νου ότι όταν συγκρούονται στον βάλτο τα βουβάλια την πληρώνουν τα βατράχια.
naftemporiki.gr
Newsroom


